Χαρούμενος, περήφανος, αισιόδοξος!

georgakopoulos thanasis

του Θανάση Γεωργακόπουλου

Περνώντας τα προ- και τα εφηβικά μας χρόνια στη διάρκεια της δικτατορίας, αντιπαθήσαμε σφόδρα την κούφια σωβινιστική ρητορική και το εθνικό κιτς που τις συνόδευε, τις γιορτές της «Πολεμικής Αρετής των Ελλήνων», ακόμα και το δημοτικό τραγούδι με το οποίο βομβαρδίζονταν συνεχώς τα αυτιά μας.
Υπήρχαν, βέβαια, και κάποιες ρωγμές σε όλα αυτά. Θυμόμουν πάντα με νοσταλγία τις ραδιοφωνικές αναμεταδόσεις των παρελάσεων, συνήθως με τη φωνή του μακαρίτη Αντώνη Πυλιαρού, αλλά και τα σχετικά εμβατήρια που ακούγονταν στη διάρκειά τους. Με συγκινούσε την 28η Οκτωβρίου η φωνή της Σοφίας Βέμπο και τα τραγούδια της.

Η σχέση της γενιάς μου με τις εθνικές επετείους, έχω την εντύπωση πως δεν αποκαταστάθηκε ούτε μεταπολιτευτικά. Μπορεί να απουσίαζαν οι υπερβολές και το κιτς της «επταετίας» αλλά ο λόγος -επίσημος και μη- που τις συνόδευε κινείτο πάντα σε μια ταλάντευση ή/και συνδυασμό μεταξύ αφενός του «περιούσιου λαού» και της Ελλάδας ως «ομφαλού της γης» και αφετέρου του αδικημένου λαού και έθνους από τις βουλήσεις ή/και τις ραδιουργίες των ξένων. Πάντα, δε, με μια καθήλωση στο στρατιωτικό επίπεδο, σε εθνικές αντιπαλότητες ή/και σε "προαιώνιους εχθρούς".

Τούτων δοθέντων ήταν, εν μέρει, φυσιολογικό όταν -προ πανδημίας- εξαγγέλθηκε ο εορτασμός των 200 χρόνων από την ελληνική επανάσταση να υπάρξουν επιφυλάξεις και φόβοι μήπως επαναληφθούν στοιχεία του παρελθόντος «υψωμένα στον κύβο», λόγω και του εμβληματικού χαρακτήρα της επετείου.

Οφείλω να ομολογήσω πως προσωπικά είχα πολύ λίγες επιφυλάξεις και ήμουν αρκετά αισόδοξος με δεδομένο το γενικότερο πολιτικό πλαίσιο αλλά και τη σύνθεση της αρμόδιας επιτροπής για τον εορτασμό, παρά την γκρίνια για την επικεφαλής της.
Η αισιοδοξία μου αυτή επιβεβαιώθηκε σε απόλυτο βαθμό αυτό το διήμερο που είναι, εν πολλοίς, προάγγελος και για όσα θα επακολουθήσουν.
Αυτό καθ’ αυτό το «στήσιμο» του διημέρου και ο επίσημος λόγος που κυριάρχησε ήταν πολύ μακριά από την παραδοσιακή «ταλάντευση» του παρελθόντος και εγγύτερα στις πιο σύγχρονες ιστορικές αντιλήψεις και παραδοχές.

Η επιλογή της πρόσκλησης για το διήμερο αυτό στην ηγεσία των τριών «προστάτιδων δυνάμεων» εμπεριείχε από μόνη της έναν ισχυρό συμβολισμό. Κατά πρώτον, εμφάνιζε την ελληνική επανάσταση ως γεγονός ενταγμένο στη γεωπολιτική συγκυρία και σκακιέρα της εποχής. Κατά δεύτερον, υπενθύμιζε σε αντίθεση με το παρελθόν και τους «μύθους» μας, τον καθοριστικό ρόλο των «τριών» στη διάρκεια αλλά και την τελική κατάληξη της εθνικής εξέγερσης, αφενός με το κύμα του φιλελληνισμού και αφετέρου με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου. Κατά τρίτον, υποδήλωνε την οργανική και αμφίπλευρη σχέση της ελληνικής επανάστασης και των διανοουμένων της με το ρεύμα του Διαφωτισμού, καθώς και των φιλελεύθερων και εθνικών επαναστάσεων που προηγήθηκαν και επακολούθησαν. Κατά τέταρτον, συνιστούσε και μια υπόμνηση για το παρόν, πως οι εθνικές επιτυχίες έρχονται μέσω των συμμαχιών και της ένταξης σε ευρύτερα σύνολα και όχι με τη μοναχική πορεία ενός «ανάδελφου έθνους».

Όλα λοιπόν, αυτό το διήμερο κινήθηκαν σε αυτό τον καμβά. Η έξοχη ομιλία της Προέδρου της Δημοκρατίας στο γεύμα, η αντιφώνηση του πρίγκηπα Κάρολου, η υπέροχη συνέντευξη του Γάλλου Προέδρου Μακρόν στην ΕΡΤ και τον Ν. Αλιάγα μπορεί να ήταν οι κορυφαίες στιγμές, όμως, όλα σε αυτό το πνεύμα κινήθηκαν.

Είναι, λοιπόν, φυσιολογικό όλα αυτά να σε κάνουν χαρούμενο για το γιορτασμό αυτής της σημαδιακής επετείου, περήφανο για την ιστορική πορεία 200 ετών που, τελικά, οδήγησε σε «μια χώρα παραδόξως νεωτερική» κατά τον Γ. Βούλγαρη αλλά και αισιόδοξο για το μέλλον, όταν ξεπεράσουμε τον εφιάλτη της πανδημίας, καθώς φαίνεται πως είμαστε ως κοινωνία ωριμότεροι από ποτέ, ξεπερνώντας καθηλώσεις και στερεότυπα του παρελθόντος.

Υ.Γ. Πέραν των προσκεκλημένων του διημέρου, η διεθνής διάσταση που πήρε και θα λάβει ακόμα περισσότερο στο μέλλον η επέτειος των 200 ετών, ενισχύουν έτι περαιτέρω τα προλεχθέντα.

Υ.Γ.2 Όσον αφορά τους «επαγγελματίες γκρινιάρηδες» που θυμήθηκαν την πανδημία την οποία αψηφούσαν επιδεικτικά προηγουμένως για να ασκήσουν κριτική, μια φράση μόνο αρκεί. Ο λιτός εορτασμός με όλες τις αναγκαίες προφυλάξεις ήταν απαραίτητη και καλοδεχούμενη ένεση αισιοδοξίας και ανάτασης, στις ζοφερές μέρες που περνάμε.