ΙΜΟ: Επαφές στο Λονδίνο για τα ναυτιλιακά καύσιμα με χαμηλή περιεκτικότητα θείου

ploio coming

Επιφυλακτικές με τους νέους κανονισμούς οι ΗΠΑ, η Ελλάδα, ο Παναμάς, η Λιβερία και οι νήσοι Mάρσαλ

Για νέο γύρο διεθνών συναντήσεων, που αφορά την εντατικοποίηση των προσπαθειών κατά της μόλυνσης των θαλασσών εν μέσω πιέσεων από τις ΗΠΑ και άλλα κράτη, τα οποία ζητούν τον μετριασμό της εφαρμογής των νέων περιβαλλοντικών κανονισμών που θα κοστίσουν δισεκατομμύρια δολάρια στη βιομηχανία και θα οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών για επιχειρήσεις και καταναλωτές, κάνει λόγο, σε σημερινό δημοσίευμά της, η Wall Street Journal.

Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, οι κανονισμοί θα τεθούν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2020 και στοχεύουν να μειώσουν την ποσότητα θείου στα καύσιμα των πλοίων κατά τουλάχιστον 80%, ενώ ο Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλίας (ΙΜΟ) προσέρχεται στις συναντήσεις στο Λονδίνο αυτήν την εβδομάδα με μία πρόταση για σύντομη παράταση της έναρξης ισχύος των κανονισμών μέχρι τον Μάρτιο του 2020.

Επιφυλακτικές με τους νέους κανονισμούς, εκτός από τις ΗΠΑ, είναι χώρες όπως η Ελλάδα, όπου εδρεύουν πολλές ναυτιλιακές εταιρείες, αλλά και ο Παναμάς, η Λιβερία και οι νήσοι Mάρσαλ.

Ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Φώτης Κουβέλης, αναφερόμενος πρόσφατα στο θέμα των νέων περιβαλλοντικών κανονισμών για τα καύσιμα των πλοίων είπε ότι η ανάπτυξη στον χώρο της ναυτιλίας περνά και μέσα από την αντικατάσταση των παλαιών πλοίων με νέα, αλλά και μέσα από τη χρήση φιλικότερων προς το περιβάλλον καυσίμων και τη συμμόρφωση με τις οδηγίες του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας. Για τη χρήση ναυτιλιακού καυσίμου χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο από το 2020, σημείωσε ότι -κατά την εκτίμησή του- θα πρέπει να υπάρξει μία περίοδος προσαρμογής με ταυτόχρονη εξασφάλιση των δικλείδων ασφαλείας.

Ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Εφολιστών, Θεόδωρος Βενιάμης, μιλώντας πρόσφατα στον συνέδριο της Ναυτεμπορικής εξέφρασε τον προβληματισμό του αν η χρήση ναυτιλιακού καυσίμου χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο 0,5% θα μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια από το 2020 στα πλοία.

«Όλοι οι φορείς της ναυτιλίας είμαστε, δεδηλωμένα, υπέρ της χρήσης αποθειωμένων καυσίμων, τα οποία όμως απαιτούμε να μας τα παρέχει η πετρελαϊκή βιομηχανία. Αποθειωμένα καύσιμα, αλλά και συμβατά με τους διεθνείς κανονισμούς για τη λειτουργία των πλοίων μας και άρα ασφαλή», τόνισε ο κ. Βενιάμης και κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με τους διαχρονικά υψηλούς στόχους της, να επιληφθεί του θέματος. «Δεν συνέβη, αλλά ας ελπίσουμε ότι τώρα, τουλάχιστον, θα αναγνωρίσει το πρόβλημα που διαφαίνεται» πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας ότι ήδη εκατοντάδες πλοία αντιμετωπίζουν προβλήματα με τα υπάρχοντα καύσιμα. «Παρατηρούμε δύο μέτρα και δύο σταθμά. Υπερβολική αυστηρότητα στα πλοία, ανοχή για τις εταιρείες πετρελαίου» κατέληξε.

Σύμφωνα με στελέχη ναυτιλιακών εταιρειών, τα καύσιμα αποτελούν το μεγαλύτερο κόστος για τις ναυτιλιακές εταιρείες και οι ιδιοκτήτες εκτιμούν ότι η μείωση του θείου θα εκτινάξει το κόστος κατά 50% και στη συνέχεια θα επιβαρυνθούν η βιομηχανία και οι καταναλωτές.

Ο γραμματέας του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας, Κίτακ Λιμ, μιλώντας πρόσφατα για το θέμα των καυσίμων παρατήρησε ότι «υπάρχει επαρκής χρόνος για προετοιμασία».

Σημειώνεται, ότι σε ορισμένα πολύ ευαίσθητα οικοσυστήματα, όπως η Βαλτική και η Βόρεια Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένης της Μάγχης, η μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο έχει ήδη μειωθεί από το 2015 σε 0,1%. Σύμφωνα με στελέχη του IMO, η χρήση καυσίμου μικρής περιεκτικότητας σε θείο 0,5% από το 2020 μπορεί να επηρεάσει μέχρι και 70.000 πλοία.

Στελέχη ναυτιλιακών εταιρειών ανέφεραν ότι πλοιοκτήτριες εταιρείες που δεν θα θελήσουν να χρησιμοποιήσουν το συγκεκριμένο καύσιμο, θα πρέπει να τοποθετήσουν ειδικούς καταλύτες στις εξόδους καυσαερίων των πλοίων ή να προχωρήσουν σε μετατροπές για τη χρήση LNG. Σε αυτήν την περίπτωση, το κόστος των αλλαγών θα ανέβει σημαντικά, ενώ για τις νέες κατασκευές εξετάζεται και η χρήση μεθανόλης.

Πάντως και στην περίπτωση της χρήσης καυσίμου μικρής περιεκτικότητας σε θείο 0,5% αναμένεται να ανέβει σημαντικά το λειτουργικό κόστος ενός πλοίου, περίπου κατά 25%.

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)