«Να κλείσουν οι ανοιχτές πληγές της ελληνικής επιχειρηματικότητας»

korkidis vasilis 2

του Βασίλη Κορκίδη, Προέδρου ΕΒΕΠ & ΠΕΣΑ

Η ελληνική επιχειρηματικότητα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Έναν χρόνο μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, χιλιάδες επιχειρήσεις δίνουν καθημερινό αγώνα για να μείνουν όρθιες. Προσπαθούν να ξεπεράσουν χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας όπως η γραφειοκρατία, η έλλειψη ρευστότητας, η υπερφορολόγηση, οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, η παραοικονομία και η χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Επιχειρούν μετ’ εμποδίων έχοντας να ανταγωνιστούν επιχειρήσεις από άλλα ευρωπαϊκά κράτη που έχουν καλύτερη πρόσβαση σε κεφάλαια, χαμηλότερη φορολογία και μικρότερη παραοικονομία. Οι Έλληνες επιχειρηματίες όμως έχουν μάθει να αγωνίζονται, να αισιοδοξούν και να βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο. Όσες επιχειρήσεις κατάφεραν να βγουν αλώβητες από την δεκαετή πρωτοφανή οικονομική κρίση, προσπαθούν να εκσυγχρονισθούν και να προσαρμοσθούν στις νέες σύγχρονες ανάγκες της αγοράς.

Ψηφιοποίηση της αγοράς

Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις με την οποία θα έρθουν αντιμέτωπες οι ελληνικές επιχειρήσεις το επόμενο διάστημα είναι η ψηφιοποίηση. Θα πρέπει να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη, μεταξύ των καταναλωτών και των επιχειρήσεων και να διασφαλισθεί η δικαιοσύνη, η διαφάνεια και οι ισότιμες συνθήκες ανταγωνισμού για όλες τις επιχειρήσεις. Για να μπορέσουν όλες οι επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες ψηφιοποίησης, θα πρέπει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναπτύξουν περαιτέρω την υποδομή του δικτύου επικοινωνιών, ιδίως στις αγροτικές περιοχές, με στόχο την επίτευξη ευρυζωνικού δικτύου μεγάλης ταχύτητας. Είναι πολύ σημαντικό, το ελληνικό κράτος να επιμείνει στην εφαρμογή ενός ενιαίου φόρου και ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ για συναλλαγές ηλεκτρονικού εμπορίου. Είναι άδικο οι ελληνικές επιχειρήσεις να πωλούν διαδικτυακά προϊόντα και υπηρεσίες ακριβότερα σε σχέση με άλλες ανταγωνίστριες ευρωπαϊκές εταιρείες, εξαιτίας της υψηλής φορολόγησης.

«Αιμορραγία» το παρεμπόριο

Οι καταστροφικές συνέπειες του παρεμπορίου στην προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και της καταναλωτικής ζήτησης, στοιχειοθετούνται όχι μόνο από τα χρήματα που θα κατευθυνόταν στην ελληνική αγορά, αλλά και από την απώλεια εσόδων σε επίπεδο φορολογικής διοίκησης, καθώς μόνο από το Φ.Π.Α., οι απώλειες υπολογίζονται στα 4,3 δισ. ευρώ ετησίως. Το ελληνικό δημόσιο εξακολουθεί να στερείται συνολικά έσοδα ύψους τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ ετησίως, λόγω του παρεμπορίου, με τον διαφυγόντα τζίρο από την αγορά να εκτιμάται από 15 έως και 17 δισ. ευρώ, ενώ το 30% του συνολικού εμπορικού τζίρου είναι προϊόντα απομίμησης ή παραποίησης. Το παρεμπόριο «στεγάζεται» πλέον σε καταστήματα και αποθήκες, όπου τα τελευταία χρόνια έχουν εντοπιστεί και κατασχεθεί εκατοντάδες χιλιάδες προϊόντα. Το «πεζοδρόμιο» των λαθραίων προϊόντων έχει μετακομίσει από τους κεντρικούς εμπορικούς δρόμους σε οργανωμένες αγορές και το διαδίκτυο.
Το Ε.Β.Ε.Π., αντιλαμβανόμενο τις επιζήμιες συνέπειες, τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για τους καταναλωτές από τη συνεχή διόγκωση του παρεμπορίου και του λαθρεμπορίου έχει επανειλημμένως καταθέσει προτάσεις περιορισμού των εν λόγω άκρως ανησυχητικών φαινομένων, όπως μεταξύ άλλων η κατάσχεση των παράνομων προϊόντων κατά την είσοδό τους στη χώρα και η εντατικοποίηση αυστηρών ελέγχων στις αποθήκες χονδρικής διανομής και πώλησης όπου συγκεντρώνονται τα παράνομα εμπορεύματα.

«Αγκάθι» η φοροδιαφυγή

Η φοροδιαφυγή αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Από τη μια δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός και από τη άλλη χάνονται εκατομμύρια ευρώ από τα κρατικά ταμεία. Με στόχο το περιορισμό της φοροδιαφυγής θα πρέπει να δοθεί μεγάλη έμφαση στην αρτιότερη στελέχωση και στην αποδοτικότερη λειτουργία του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλου Πλούτου, καθώς τα έσοδα που μπορούν να εισρεύσουν στα δημόσια ταμεία μόνο αμελητέας αξίας δεν μπορούν να θεωρηθούν. Η επαρκής και συστηματική εκπαίδευση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού, με στόχο τον εντοπισμό φορολογητέας ύλης εκατομμυρίων ευρώ που προέρχεται από το παραεμπόριο και το λαθρεμπόριο, θα αποτελέσει μία επιπρόσθετη πηγή εσόδων από φόρους και Φ.Π.Α.

Έλλειψη ρευστότητας

Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στην χρηματοδότηση. Με τις τράπεζες να παρέχουν δάνεια με το σταγονόμετρο, πρέπει το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πάνω απ’ όλα όμως θα πρέπει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας να ενισχύσουν τις υγιείς ελληνικές επιχειρήσεις με ανταγωνιστικά επιτόκια. Εδώ και πολλά χρόνια το κόστος χρήματος για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι πολύ ακριβότερο σε σχέση με τα όσα ισχύουν σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη.

Στα «γρανάζια» της γραφειοκρατίας

Η γραφειοκρατία στερεί σημαντικά κεφάλαια από τις επιχειρήσεις. Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατη έρευνα μόνο οι εξαγωγικές επιχειρήσεις εκτιμάται ότι χάνουν πωλήσεις που ξεπερνούν τα 4 δισ. ευρώ. Παράλληλα αποτελεί ένας από τους βασικούς ανασταλτικούς παράγοντες για την προσέλκυση επενδύσεων. Η δραστική μείωση της γραφειοκρατίας πρέπει να αποτελεί ένα από τα βασικότερα θέματα στο σχεδιασμό της εθνικής στρατηγικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει να αρθούν οι χρόνιες παθογένειες και να συνεργασθούν αποτελεσματικά ο δημόσιος με τον ιδιωτικό τομέα.

Αύξηση της ανταγωνιστικότητας

Η χώρα μας πρέπει να ξεκολλήσει από τις τελευταίες θέσεις της ανταγωνιστικότητας. Πρέπει να μπει στο χάρτη των αναπτυσσόμενων χωρών. Να υλοποιηθούν επενδυτικά προγράμματα που βρίσκονται εδώ και χρόνια στα συρτάρια των υπουργείων, έτσι ώστε να δημιουργηθούν πολλές και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας και να επιστρέψουν στην χώρα μας οι εξαιρετικοί επιστήμονες που αναζήτησαν τα τελευταία χρόνια επαγγελματική στέγη σε κάποια γωνιά του πλανήτη. Επίσης, θα πρέπει να δοθεί μια ουσιαστική δεύτερη ευκαιρία σε όσες επιχειρήσεις δέχθηκαν ισχυρές πιέσεις εξαιτίας της πρωτοφανούς και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Να δοθεί μια οριστική και γενναία λύση στην υπερχρέωση των επιχειρήσεων, έτσι ώστε και οι επιχειρήσεις να συνεχίζουν να λειτουργούν αλλά και το κράτος να εισπράξει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.

«Μάχη» σε όλα τα μέτωπα

Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές επιχειρήσεις δίνουν μια δύσκολη μάχη, σε τρία μέτωπα στο μέτωπο της ζήτησης και βεβαίως στο μέτωπο της πίστης, η οποία διαβρώθηκε δραματικά μέσα σε ένα περιβάλλον ασφυκτικής έλλειψης ρευστότητας. Για να υπάρξει, επομένως, ανάκαμψη της επιχειρηματικής δραστηριότητας και κατ' επέκταση της οικονομίας, είναι απαραίτητο να βελτιωθούν οι συνθήκες και στους τρεις αυτούς τομείς. Δυστυχώς, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, η ανάπτυξη είναι αναιμική στα επίπεδα του 2% και το κενό στις επενδύσεις ανέρχεται στο 11%, αντί του 20% της Ε.Ε. Το πρώτο τετράμηνο του 2019, η οικονομία κατέγραψε χαμηλή πτήση στο 1,3%, ενώ το εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 500 εκ. στα 7,6 δις ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο, με γνώμονα ότι, το κλίμα, το χρήμα και οι προσδοκίες αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την οικονομία, ζητούνται συνθήκες ουσιαστικής επιτάχυνσης της οικονομικής δραστηριότητας και ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον.

Η «λύση» των εθνικών εκλογών

Λίγες μέρες πριν από τις εθνικές εκλογές, η Ελλάδα χρειάζεται υπεύθυνες, προσεκτικά σχεδιασμένες κινήσεις και πολιτικές που στηρίζουν την προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης. Μετά από 10 και πλέον χρόνια πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, η ελληνική οικονομία πρέπει να γυρίσει σελίδα και να εισέλθει σε τροχιά ανάπτυξης. Ανάπτυξη που δεν θα αποτυπώνεται μόνο στους μακροοικονομικούς δείκτες αλλά πρωτίστως στη δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης αλλά και στων αύξηση του τζίρου και των κερδών των επιχειρήσεων. Αυτές οι θέσεις εργασίας, με αξιοπρεπείς αμοιβές, θα έλθουν κυρίως μέσα από τον ιδιωτικό τομέα. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να μπουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας οι κάθε είδους πειραματισμοί. Τόσο οι επιχειρηματίες όσο και οι εργαζόμενοι έχουν ανάγκη από σταθερότητα στη καθημερινότητα, χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις και ανατροπές. Οι Έλληνες δεν πρέπει να βρίσκονται πλέον στην λίστα με τους πολίτες που πληρώνουν τους περισσότερους φόρους στην Ευρώπη. Η ελληνική οικονομία πρέπει να ξεκολλήσει από τις τελευταίες θέσεις της ανταγωνιστικότητας. Πιστεύω ότι, με την απαραίτητη υπευθυνότητα και ενεργοποίηση από όλες τις πλευρές, μπορούν να θεραπευτούν οι «ανοιχτές πληγές» με μία ισχυρή κυβέρνηση και η επιχειρηματικότητα να γίνει το πολυτιμότερο εργαλείο για την αναγέννηση της ελληνικής οικονομίας, στη βάση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας.