Η εικόνα πριν λίγες μέρες έκανε τον γύρο του κόσμου. Δεν είναι σκηνή από κάποια χολυγουντιανή ταινία μαζικής καταστροφής.
Είναι, φευ, μια συγκλονιστική φωτογραφία (από τα φαβορί για μεγάλες διεθνείς διακρίσεις) από την μαζική έξοδο αμάχων από το Χαλέπι.
Με φόντο τη δολοφονία του Ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα, μετά την οποία ο αστυνομικός-δολοφόνος εκτός από «Αλλάχ ακμπάρ» φώναζε και «μην ξεχνάτε το Χαλέπι», αλλά και το διαφορετικής τάξεως μακελειό στο Βερολίνο, όπου μετά το Μπατακλάν και τη Νίκαια της Γαλλίας, αλλά και το Στατ ντε Φρανς, τα καφέ στο Παρίσι (αλλά και τις βόμβες στο μετρό στις Βρυξέλλες) οι ισλαμοφασίστες του ISIS επέφεραν τυφλά χτυπήματα κατά άμαχου πληθυσμού σε μια εστία χαράς, ένα Χριστουγεννιάτικο Μπαζάρ στο Βερολίνο, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που για μια ακόμη φορά, προσπάθησαν να σχετικοποιήσουν την τρομοκρατία.
«Αν ήσουν πρόσφυγας από το Χαλέπι σε κάποια μεγαλούπολη της Ευρώπης κι έβλεπες σε μια τέτοια φωτογραφία την μάνα σου, τον πατέρα σου, ακόμα ένα παιδί της οικογένειάς σου, δεν θα τρελαινόσουνα και θα λεγες όποιον πάρει ο Χάρος;», αναρωτιόταν αριστερός φίλος σε κοινωνική εκδήλωση την Τρίτη το βράδυ στον Πειραιά.
Τα πράγματα είναι μπερδεμένα στη Συρία για το ποιος πολεμάει ποιον. Υπάρχει ο κυβερνητικός στρατός του καθεστώτος Άσαντ που στηρίζουν οι Ρώσοι. Οι αντάρτικες δυνάμεις που σχηματοποιήθηκαν μετά την περίφημη «Αραβική Άνοιξη». Ο Σουνιτικός ISIS των ισλαμοφασιστών. Η σουνιτική Τουρκία του Ερντογάν που έχει κατηγορηθεί για – οικονομικές τουλάχιστον – σχέσεις με τον ISIS. Οι Κούρδοι και ιδιαίτερα οι μαχητές PSMG, που θεωρούνται σκληροτράχηλοι και με την καθοδήγηση αμερικανών στρατιωτικών συμβούλων ήταν οι μόνοι που πρόβαλαν αποτελεσματική αντίσταση στην θυελλώδη επέλαση του ISIS τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του. Εκεί κοντά, δίπλα για την ακρίβεια, υπάρχει το Σιιτικό Ιράν, αλλά και η φιλοϊρανική Χεσμπολάχ του Λιβάνου που, χωρίς να έχουν άμεση εμπλοκή, έχουν τεράστιο ενδιαφέρον και παρακολουθούν πολύ στενά τον πόλεμο. Μύλος.
Στο Χαλέπι όμως τα πράγματα είναι πιο σαφή. Το είχε καταλάβει ο ISIS, το ανακαταλαμβάνει ο κυβερνητικός στρατός, με την υποστήριξη της Ρώσικης Πολεμικής αεροπορίας που έχει εξαπολύσει ανηλεείς βομβαρδισμούς επί δικαίων και αδίκων. Οι άμαχοι είναι εκείνοι που την πληρώνουν περισσότερο από όλους τελικά. Πριν δυο χρόνια περίπου, ίσως και περισσότερο, οι άμαχοι ήταν εκείνοι που έπρεπε να αποδείξουν ότι ήταν με τον ISIS. Από τον Σεπτέμβριο, που εξαπολύθηκε η αντεπίθεση των στρατευμάτων του Άσαντ, αυτούς τους αμάχους καλούσαν τα κυβερνητικά στρατεύματα να εγκαταλείψουν την πόλη. Αυτούς τους ίδιους αμάχους, τα γυναικόπαιδα κυρίως, είναι που χρησιμοποιούν οι ισλαμοφασίστες ως «ανθρώπινες ασπίδες». Και φυσικά αυτοί οι άμαχοι, σε σχολεία, νοσοσκομεία, στους δρόμους, στα σπίτια τους, αποτελούν τις παράπλευρες απώλειες της κυβερνητικής αντεπίθεσης και των ρώσικων βομβαρδισμών.
Αλλά τo ερώτημα πάντα παραμένει. Ποια στάση κρατά ένας πολιτισμένος άνθρωπος; Λέει γενικώς «όχι στους βομβαρδισμούς» κι αφήνει τον ISIS στην ησυχία του να σφάζει; Ήταν ένα ερώτημα που αντιμετώπισε η Δύση κατά τον εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας. Κλείνεις τα μάτια και λες γενικώς «όχι στον πόλεμο» μετά τη σφαγή στη Σρεμπρένιτσα 8.000 άρρενων αμάχων από 14 ετών και πάνω, μέσα σε ένα μόνο Σαββατοκύριακο, και τον βιασμό χιλιάδων γυναικών από τις παραστρατιωτικές δυνάμεις των φίλων του Μιλόσεβιτς, Τούτσμαν και Κάραζιτς;
Το ηθικού χαρακτήρα αυτό ερώτημα ενισχύεται ακόμη περισσότερο αν η εξόντωση του «κακού» σε μια περιοχή είναι και στρατιωτικά αναγκαία. Όπως στο Χαλέπι.
Γιατί εντάξει, η ισοπέδωση της Δρέσδης από την Βρετανική ΡΑΦ στα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μπορεί να θεωρηθεί έγκλημα πολέμου που αποσιωπήθηκε. Η πανέμορφη αυτή γερμανική πόλη δεν είχε στρατηγική σημασία για τους Συμμάχους, ούτε φιλοξενούσε πολεμικές εγκαταστάσεις, βιομηχανία, κλπ. (Αν και βεβαίως υπάρχει ο αντίλογος ότι έπρεπε οπωσδήποτε να πτοηθεί το ηθικό των απλών Γερμανών πολιτών, που μάχονταν λυσαλέα όσο έμπαινε στη χώρα τους από τα ανατολικά ο Κόκκινος Στρατός με τις βιαιότητες που έκανε, αλλά και από τα δυτικά οι Αμερικανικο-Βρετανικές δυνάμεις).
Αλλά με τον Πειραιά τι έπρεπε να γίνει το ’44; Ο Πειραιάς, είναι γνωστό, υπέστη τρεις μείζονες βομβαρδισμούς. Από τους Ιταλούς με την έναρξη του πολέμου, όταν βομβαρδίστηκε μόνο ο ...Σαρωνικός και η θάλασσά του. Από τους Γερμανούς το ’41, όταν τα Στούκας με «χειρουργικούς» βομβαρδισμούς άφησαν πίσω σχετικά λίγους άμαχους πολίτες νεκρούς, πλήττοντας καίρια σημεία του λιμανιού και Βρετανικά πολεμικά πλοία. Και από τους Αγγλο-Αμερικάνους το ’44 όταν καταστράφηκε η πόλη. Εκατοντάδες άμαχοι, εφιαλτικές περιγραφές μιας ισοπεδωμένης πόλης ημέρες μετά, μια ατέλειωτη σειρά ανθρώπων να ανεβαίνουν την Πειραιώς, αναζητώντας προστασία στην Αθήνα που ως «ανοχύρωτη πόλη» την σέβονταν όλοι οι εμπόλεμοι και δεν την βομβάρδιζαν. Μια πραγματική τραγωδία, την οποία πολλοί ιστορικοί θεωρούν αρχή της παρακμής της πόλης.
Αλλά το ερώτημα παραμένει. Αν στρατηγικά έπρεπε να πληγεί ο Πειραιάς; Αν. Γιατί κυκλοφορούν και θεωρίες συνομωσίας ότι δήθεν στόχος των Συμμάχων ήταν ο ΕΛΑΣ. Γελοία θεωρία, αφού ο βομβαρδισμός έγινε τον Ιούνιο του ’44 κι ο ΕΛΑΣ συνέχιζε να ενισχύεται τους επόμενους μήνες στον Πειραιά. Φάνηκε άλλωστε όταν έξι μήνες αργότερα στα «Δεκεμβριανά» έφτασε να ελέγχει όλη την πόλη με την εξαίρεση του Μεγάρου Βότση στο λιμάνι και της Σχολής Δοκίμων. Ενώ και λίγο πριν την απελευθέρωση, τον Οκτώβρη, ο ΕΛΑΣ ήταν εκείνος που απέτρεψε την καταστροφή της Ηλεκτρικής, κερδίζοντας στο πεδίο της μάχης τους υποχωρούντες Γερμανούς και σώζοντας ολόκληρο το λεκανοπέδιο από ένα καταστροφικό πολύμηνο μπλακ-άουτ.
Αν λοιπόν στρατηγικά έπρεπε να πληγεί ο Πειραιάς για να πληγεί το «κακό»; Θέλουμε την συντριβή του ISIS; Ειρήνη σε όλο τον κόσμο. Ναι. Αλλά από τη στιγμή που το περισσότερο που πρόσφερε το κίνημα των χίπις ήταν, κατά το σβήσιμό του, το υπέροχο «Give peace a chance» του Τζων Λένον, το κρίσιμο ερώτημα αλλάζει λίγο. Ειρήνη, ναι, αλλά πως;
Δύσκολα ερωτήματα...